- ηβηφρενία
- ηιατρ. βαριά μορφή σχιζοφρένιας που προσβάλλει κυρίως τους εφήβους, χαρακτηρίζεται προ παντός από δυσαρμονία τών ψυχικών λειτουργιών και οδηγεί σιγά σιγά σε διανοητική εξασθένηση και άνοια.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hebephrenia < hebe- (πρβλ. ήβη) + -phrenia (πρβλ. -φρενια < -φρενής < φρην, φρενός)].
Dictionary of Greek. 2013.